Δίπυλον

Δίπυλον
Το τμήμα των τειχών της Αθήνας που βρισκόταν στον Κεραμεικό, κοντά στη σημερινή εκκλησία της Αγίας Τριάδας, όπου υπήρχε και η κυριότερη είσοδος της πόλης. Ονομαζόταν και Πύλαι Κεραμεικαί. Το Δ. χτίστηκε την εποχή του Λυκούργου (338 π.Χ.) και διαχώριζε τον αρχαίο Κεραμεικό σε δύο μέρη: Έσω Κεραμεικό όπου βρισκόταν η αρχαία αγορά, και Έξω Κεραμεικό, που χρησίμευε κυρίως ως νεκροταφείο, γιατί οι νεκροί θάβονταν έξω από τα τείχη της πόλης. Από το Δ. εισέρχονταν και εξέρχονταν οι πομπές. Η ονομασία δόθηκε στα τέλη του 4ου αι. π.Χ., επειδή κατασκευάστηκαν διπλές οχυρωμένες πύλες, οι οποίες προσέφεραν μεγαλύτερη ασφάλεια από τις εχθρικές επιδρομές, καθώς το έδαφος ήταν επίπεδο και ευπρόσβλητο. Στα δύο μέρη των πυλών υπήρχαν δύο πύργοι, απ’ όπου απέκρουαν τους επιδρομείς. Από το Δ. ξεκινούσε η Ιερά Οδός προς την Ελευσίνα. Με αυτήν η Αθήνα συνδεόταν με τη Βόρεια Ελλάδα και την Πελοπόννησο. Στο Δ. τερμάτιζε και η πολεμική οδός που ένωνε την πόλη με τον Πειραιά. Στο εσωτερικό του τείχους από το Δ. ξεκινούσαν δύο στοές που οδηγούσαν στον αγοραίον Koλωνόν και στο σημερινό Θησείο. Ανάμεσά τους σχηματιζόταν o δρόμος που οδηγούσε στην Ακρόπολη.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • δίπυλον — δίπυλος double gated masc/fem acc sg δίπυλος double gated neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Kerameikos — (Greek: Κεραμεικός) is an area of Athens, Greece, located to the northwest of the Acropolis, which includes an extensive area both within and outside the ancient city walls, on both sides of the Dipylon (Δίπυλον) Gate and by the banks of the… …   Wikipedia

  • Керамик — (Κεραμεικός) дем в Аттике, область которого обнимала часть Афин и их окрестностей. Стена Фемистокла разделила область К. на две части. Здесь находились известнейшие из афинских ворот Δίπυλον, через которые вела дорога в Пирей и священная дорога в …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • АТТИКА —    • Attĭca,          ή Άττική (от ακτή, вместо ακτική), называлась раньше также Άκτή, «прибрежная страна», а у поэтов Μοψοπία, или Ίωνία, или Ποσειδωνια и была важнейшей из 8 областей, составлявших собственную (среднюю) Элладу. Она имела форму …   Реальный словарь классических древностей

  • δίπυλος — η, ο (Α δίπυλος, ον) 1. αυτός που έχει δύο πύλες, δίθυρος 2. το ουδ. ως ουσ. το Δίπυλον η κύρια πύλη τού τείχους της αρχαίας Αθήνας στον Κεραμεικό απ όπου ξεκινούσε η Ιερά Οδός αρχ. 1. ναός τού Ιανού στη Ρώμη 2. υπερώο …   Dictionary of Greek

  • κολωνός — Ονομασία με την οποία αναφέρονται τρεις αρχαίοι δήμοι της Αττικής. Αγοραίος Κ. Πήρε την ονομασία του από τον λόφο που βρίσκεται στη δυτική πλευρά της Αγοράς των Αθηνών, εκεί όπου είναι χτισμένο το Θησείο (ο ναός του Ηφαίστου και της Αθηνάς) και… …   Dictionary of Greek

  • Δημιάδες Πύλες — Μεγάλη πύλη των Αθηνών, που παλαιότερα ονομαζόταν Θριάσιαι Πύλαι ή Ιερά Πύλη, επειδή από εκεί ξεκινούσε η Ιερά οδός. Την Ιερά οδό ακολουθούσε η ελευσινιακή πομπή στην πορεία της από το Θριάσιο πεδίο προς την Ελευσίνα. Λεγόταν και Κεραμεικαί Πύλαι …   Dictionary of Greek

  • νεκροπόλεις - νεκροταφεία — Με τον όρο «νεκρόπολις» χαρακτηρίζεται κάθε περιοχή, όπου θάβονταν, όπως και σήμερα, στην αρχαία εποχή οι νεκροί μιας πόλης, ή ενός απλού οικισμού. Οι περιοχές αυτές ήταν πάντοτε έξω από τον περίβολο του οικισμού ή τα τείχη της πόλης και η έκτασή …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”